ακροαριστερός

ακροαριστερός
-ή (-ά), -ό
1. αυτός που ανήκει πολιτικά ή ασπάζεται γενικά τις θέσεις τής άκρας αριστεράς
2. ως ουσ. ο ακροαριστερός
ο οπαδός τής άκρας αριστεράς, υποστηρικτής ακραίων αριστερών απόψεων, υπερβολικά αριστερός, εξτρεμιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄκρο- (ΙΙΙ) + αριστερός (πρβλ. ακροδεξιός)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ακρο- — (I) Γλωσσ. α συνθετικό πλήθους συνθέτων τής Ελληνικής, αρχαίας και νέας, προερχόμενο από το επίθ. ἄκρος* ή τους ουσιαστικοποιημένους τύπους τού επιθέτου ἄκρα, η και ἄκρον, το. Τα σύνθετα τής κατηγορίας αυτής (ακρο Ι) σημαίνουν γενικά «τον… …   Dictionary of Greek

  • ακροδεξιός — ά, ό 1. αυτός που ανήκει πολιτικά ή ασπάζεται γενικά τις θέσεις τής άκρας δεξιάς 2. ως ουσ. ο ακροδεξιός ο οπαδός τής άκρας δεξιάς, υποστηρικτής ακραίων δεξιών απόψεων, υπερβολικά δεξιός, εξτρεμιστής. [ΕΤΥΜΟΛ. < ακρο (ΙΙΙ) + δεξιός (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”